Home
News
Foreign Office
Local
Ελληνική
Metal
Punk/hc/emo
Live
Συνεντεύξεις
Cinefreak
Θέατρο/χορός
Books, magz
Τι παίζει, που
Special
Aρθρα
Mp3s/Video
Atrakt-ed
Links
 
Αναζήτηση

 

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΔΕΣΥΠΡΗΣ

26/07/2005

Ο Γρηγόρης Δεσύπρης ασχολείται πολλά χρόνια με τη μεγάλη του αγάπη, τη μουσική, προτιμά όμως να κυκλοφορεί νέα CD μόνο όταν έχει πραγματικά κάτι να πει. Με αφορμή τηn νέα του δουλειά, «Απλά και Μπερδεμένα» που κυκλοφορεί σε λίγες μέρες από την Universal, μιλήσαμε μαζί του και ακούσαμε το νέο CD πριν κυκλοφορήσει, ενώ μας παραχώρησε και ένα από τα καινούρια του κομμάτια, το «Η Νέα Κιβωτός» που μπορείτε να κατεβάσετε από εδώ
(
link: www.websamba.com/fotini/kivotos.mp3)

Μίλησέ μας λίγο για τα προηγούμενα βήματά σου…

Γεννήθηκα στην Αθήνα την εποχή του ’60 κι έχω παίξει με διάφορες μπάντες. Το 1992 με ένα συγκρότημα, τους «Ταξιδιώτες» μαζί με τον Ηλία Σκριμιζέα είχαμε πάρει μέρος στο Φεστιβάλ Τραγουδιού στην Θεσσαλονίκη, την ίδια χρονιά με τον Ρέμο, την Τσαλιγοπούλου και άλλους καλλιτέχνες. Κάναμε ένα συμβόλαιο με την ΜΒΙ και κυκλοφορήσαμε το 1993 έναν πρώτο δίσκο, τον «Τελικό Προορισμό» ο οποίος βγήκε και στην Αμερική και πούλησε γύρω στα 13.000 αντίτυπα.

Ο δεύτερος δίσκος βγήκε το 1998 μαζί με τον Σταμάτη Μεσημέρη σε στίχους και ενορχήστρωση του Χριστόφορου Κροκίδη, ήταν το «Θα πάρω το τρένο».

Κι έτσι φτάνουμε εφτά χρόνια μετά, στο «Απλά και Μπερδεμένα» που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες. Τους στίχους έχει γράψει ο Κώστας Κολοβός, σε ένα τραγούδιο Μάρκος Γεώργιος Χιόνος, ενώ υπάρχει κι ένα κομμάτι που έχω γράψει εγώ και ένα του Σταμάτη Μεσημέρη. Την ενορχήστρωση έχει αναλάβει ο Χριστόφορος Κροκίδης που παίζει και τις κιθάρες, στο μπάσο είναι ο Θανάσης Μπούλης, στα πλήκτρα ο Χρήστος Παπαντωνίου και στα ντραμς ο Στέφανος Δημητρίου, που τον θεωρώ και από τους καλύτερους ντράμερ στην Ελλάδα. Στο «Απλά και Μπερδεμένα» υπάρχει και ένα κομμάτι από τον προηγούμενο δίσκο, το «Ο Άνεμος» ενώ στο «Η Νέα Κιβωτός» συμμετέχει και η παιδική χορωδία του Σπύρου Λάμπρου.

Γιατί μεσολάβησε τόσο μεγάλο διάστημα από την προηγούμενη δουλειά σου;

Δεν με ενδιαφέρει να κυκλοφορώ κάτι συνέχεια, ένα δίσκο κάθε χρόνο δηλαδή για να υποστηρίζει δισκογραφικά η μία δουλειά την επόμενη. Εγώ πιστεύω περισσότερο στην σχολή των Pink Floyd, οι οποίοι κυκλοφορούσαν νέους δίσκους μόνο όταν είχαν κάτι να πουν, κάτι να δηλώσουν. Έτσι προτιμώ να βγάζω μια νέα δουλειά όταν έχω κάτι καινούριο να πω, να με εκφράσει. Με ενδιαφέρει επίσης να έχω ένα προσωπικό στίγμα, να ακούει κανείς το CD και να καταλαβαίνει ότι είναι ο Γρηγόρης Δεσύπρης, αλλά να μην υπάρχει κάτι το ίδιο και επαναλαμβανόμενο.

Μίλησέ μας λίγο για τα κομμάτια που περιλαμβάνει το «Απλά και Μπερδεμένα».

Τέσσερα είναι γραμμένα το 2002 και τα υπόλοιπα είναι από εκεί και μετά. Αρχίσαμε Οκτώβρη του 2004 να γράφουμε. Στην αρχική εγγραφή υπήρχανε 22 κομμάτια απ’ τα οποία επιλέξαμε τα δέκα και όπως προείπα ξαναβάλαμε κι ένα απ’ τον προηγούμενο δίσκο. Τα μισά δηλαδή τα αφήσαμε έξω, είτε γιατί άλλα μοιάζανε με αυτά που υπάρχουν, είτε γιατί σε κάποιο θεώρησα ότι η μελωδική γραμμή ήτανε πολύ ελαφριά, πήγαινε προς το ποπ. Για το συγκεκριμένο στεναχωρήθηκε λίγο ο Χριστόφορος, γιατί είχε κάνει μια πολύ ωραία ενορχήστρωση όντως. Όμως μου θύμιζε κάτι πολύ ελαφρύ και δεν ταίριαζε. Και το τελευταίο κομμάτι του δίσκου αυτού, η Νέα Κιβωτός είναι γραμμένο καθαρά σχεδόν τελειώνοντας την παραγωγή, όπου ξαναμπήκαμε και το προσθέσαμε. Για μένα είναι ένα καταπληκτικό κομμάτι – αντιραδιοφωνικό μεν, γιατί είναι 5.50 λεπτά και θα έχουμε πρόβλημα, αλλά όποιος γουστάρει να το παίξει έχει να πάρει πολλά απ’ αυτό. Έχουμε και τα παιδάκια του Σπύρου Λάμπρου μέσα και μέχρι τέλους σε κρατάει πολύ ζωντανό στο να το ακούς και σου αφήνει και μια γεύση. Κι αυτό είναι βασικό, όταν βγάζεις ένα κομμάτι απ’ το «πικάπ», να μπορέσεις να το σφυρίξεις στο δρόμο και να σου ’χει αφήσει κάτι.

Αντίθετα με τις συνθέσεις, στίχους έχεις γράψει μόνο σε ένα απ’ τα κομμάτια…

Ναι, δεν αισθάνομαι ότι προς το παρόν είμαι ακόμα έτοιμος να γράψω στίχο σε αυτό που ονομάζουμε «ροκ» τραγούδι. Ίσως αργότερα, γιατί είναι δύσκολο να ταιριάξεις τη γλώσσα με τη μουσική αυτή. Για παράδειγμα, εμένα μου αρέσει το heavy metal αλλά δεν θα μπορούσα να γράψω ελληνικούς στίχους για ένα τέτοιο τραγούδι, δεν «παντρεύεται».

Κι όμως υπάρχουν περιπτώσεις όπου μουσικά είδη που κανείς θα θεωρούσε ότι δεν θα ταίριαζαν με ελληνικό στίχο τελικά προέκυψαν και εδώ… Όπως για παράδειγμα με την περίπτωση του hip hop.

Hip hop, ναι, αλλά ποιος είναι hip hop στην Ελλάδα; Μπορείς να πεις απ’ τη μια ότι είναι οι Goin’ Through, μπορείς να πεις όμως πως είναι και οι Active Member. Οι Active Member όμως, έχουν ζήσει αυτά που τραγουδάνε, την κατάσταση στο Πέραμα, τα προβλήματά τους και έτσι οι στίχοι τους είναι αυθεντικοί. Βλέποντας τους Goin’ Through στα βιντεοκλίπ με τις γυναίκες και τα αυτοκίνητα, καταλαβαίνεις τη διαφορά. Ο κόσμος καταλαβαίνει, δεν είναι χαζός και μπορεί να ξεχωρίζει το αυθεντικό από το προσποιητό.

Με δεδομένη την σημερινή κατάσταση που επικρατεί στα ελληνικά μουσικά δεδομένα, είσαι αισιόδοξος ή απαισιόδοξος;

Πιστεύω ότι ροκ κοινό υπάρχει στην Ελλάδα, αν και δεν θέλω να βάζω ταμπέλες. Για παράδειγμα, πηγαίνοντας στο Rockwave και βλέποντας 25.000 κόσμο καταλαβαίνεις ότι δεν είμαστε μόνοι, είμαστε αρκετοί. Οπωσδήποτε οι εταιρείες δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα και θα υποστηρίξουν αυτό που ξέρουν ότι θα τους φέρει λεφτά – τα μεγάλα μαγαζιά κλπ. Υπάρχουν όμως και άλλες δίοδοι, για παράδειγμα τα νέα παιδιά που ασχολούνται μ’ αυτή τη μουσική, μπορούν και παίζουν σε μικρά μαγαζιά και εκεί, αν πραγματικά τους αρέσει αυτό που κάνουν, μπορούν να μαζέψουν κάποιο κόσμο και να γίνουν πιο γνωστοί, να τους δοθούν ευκαιρίες.

Υπάρχει μεν το Fame Story – και δεν έχω τίποτα με τα παιδιά που βγαίνουν από εκεί – αλλά υπάρχουν και οι περιπτώσεις ανθρώπων που τα καταφέρνουν μόνοι τους. Για παράδειγμα, στο εξωτερικό, η ιστορία των Red Hot Chili Peppers, που ήταν τέσσερις τύποι που κάνανε την πλάκα τους στην αρχή, έτσι; Ξεκινήσανε μόνοι τους, χωρίς κάποια υποστήριξη.

Επειδή συζητούσαμε πριν για το Φεστιβάλ Τραγουδιού, τώρα γίνονται κάποιες προσπάθειες για αναβίωσή του. Πιστεύεις ότι θα μπορούσε να βοηθήσει;

Μακάρι να γίνει και να βγει κάτι καλό που θα δώσει ευκαιρίες και σε νέους ανθρώπους για να εκφραστούν και να δείξουν τις δυνατότητές τους. Αλλά θα πρέπει να γίνει με τις σωστές προϋποθέσεις. Γιατί για παράδειγμα, όταν είχαμε πάρει μέρος εμείς με τους Ταξιδιώτες, στην κριτική επιτροπή είχαν ανθρώπους όπως η Ζωζώ Σαπουντζάκη. Θα πρέπει να μπουν οι σωστές προϋποθέσεις για να αποδώσει κάτι τέτοιο.

Ποια είναι τα ακούσματα και οι επιρροές σου;

Κοίτα, στην περίοδο 60-70 ας πούμε, μπορούσες να ακούσεις Beatles, μπορούσες όμως να ακούσεις και Led Zeppelin. Ε, εγώ άκουγα Led Zeppelin και έλεγα ότι όταν μεγαλώσω θα γίνω ο Robert Plant! (γέλια). Μ’ αρέσουν λοιπόν οι Zeppelin, οι Deep Purple, οι Black Sabbath… Και από ελληνική μουσική ακούω Μαχαιρίτσα, που τον θεωρώ μεγάλο συνθέτη, Νίκο Πορτοκάλογλου που είναι από τους πολύ αγαπημένους μου και Πυξ Λαξ.

Ακούς τις προηγούμενες δουλειές σου; Σκέφτεσαι πράγματα που θα μπορούσες να είχες κάνει αλλιώς;

Έχω γράψει πάρα πολλά κομμάτια, αλλά έχω εκθέσει στο κοινό άλλες δύο προηγούμενες δουλειές, η μία ήταν με τους Ταξιδιώτες, ο «Τελικός Προορισμός» κι η άλλη με τον Κροκίδη και τον Μεσημέρη, το «Θα πάρω το τρένο». Η πρώτη μου δουλειά με τους Ταξιδιώτες ήταν μία προσπάθεια πολύ δήθεν και δεν ντρέπομαι να το παραδεχτώ. Το σκεπτικό της ήταν πιο ποπ και πιο πολύ για να έχουμε ένα μεροκάματο σε μαγαζί, συνειδητά. Δεν ντρέπομαι να πω τώρα ότι έχω μετανιώσει γι’ αυτή την ιστορία. Είχαμε γίναμε μαϊντανοί στα πρωϊνάδικα, πολλή έκθεση τηλεοπτική και από μουσική μηδέν. Δεν ήταν δική μου ιδέα, αλλά αφού το δέχτηκα θα πει ότι είμαι κι εγώ συνυπεύθυνος.

Η άλλη όμως δουλειά, η οποία δεν πρόλαβε να δημοσιοποιηθεί όσο θα έπρεπε, το «Θα πάρω το τρένο», πιστεύω ότι θα έπρεπε να έχει μια πολύ καλύτερη τύχη και πολλές φορές τη ξαναβάζω και την ξανακούω.

Στο ερώτημά σου αν θα μπορούσαν να είχαν γίνει πράγματα διαφορετικά, ναι θα μπορούσανε και πάντα ο καθένας μας όταν ακούει ξανά και ξανά κάτι, πάντα κάτι βρίσκει. Όπως και σ’ αυτή τη δουλειά, τώρα που τελείωσε, θα μπορούσα να είχα κάνει δυο πραγματάκια λίγο διαφορετικά. Είμαστε όμως σε μια χώρα η οποία δεν έχει την πολυτέλεια να κάνει αυτά τα πράγματα. Μου χε κάνει εντύπωση κάποτε που είχα παρακολουθήσει ένα DVD των Deep Purple, οι οποίοι για ένα κομμάτι είχαν κάτσει έξι μήνες σ’ έναν πύργο, υπήρχε το στούντιο, ξυπνάγανε, κοιμόντουσαν, γράφανε και κάνανε την πλάκα τους. Αυτό σημαίνει πάρα πολύ χρήμα για μια εταιρία και τον παραγωγό της – τέτοια πολυτέλεια εδώ δεν υπάρχει. Έτσι γράφεις οπωσδήποτε αριστουργήματα.

Στον δίσκο αυτό γράψαμε τα όργανα με τον Χριστόφορο στο στούντιό του στη Νίκαια και μας πήρε έξι μήνες. Δεν είναι λίγο για Ελλάδα να μπαινοβγαίνεις και να σβήνεις και να ξαναγράφεις. Στο Praxis στη Νέα Σμύρνη που γράψαμε τις φωνές, φάγαμε δυο μήνες για δέκα κομμάτια. Κι αυτά δεν είναι λίγα.

Έχεις περάσει και από τις δύο φάσεις, δηλαδή και έπαιξες σε μπάντες αλλά και μόνος σου. Τι είναι καλύτερο τελικά;

Έχω παίξει και με καλές και με κακές μπάντες… Δηλαδή έχω παίξει και με «κακούς» μουσικούς που όμως επειδή είχαν τη ψυχή τους σ’ αυτό που έκαναν, έβγαζαν πολύ καλή μουσική. Η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα οι δισκογραφικές δεν τις θέλουν τις μπάντες. Έχουν να κάνουν με περισσότερα άτομα, είναι μεγαλύτερο το μπέρδεμα. Εγώ τώρα, επειδή έχω κάποιες ιδέες μουσικές και σε μια μπάντα πρέπει να σέβεσαι και τη γνώμη των άλλων - δεν είναι ότι δε θέλω να τη σέβομαι, αλλά αυτή τη δεδομένη στιγμή προτιμώ να κάνω αυτό που πιστεύω εγώ και να έχω όλη την ευθύνη της επιτυχίας ή της αποτυχίας αυτού που κάνω.

Με τις εταιρίες πόσο εύκολα ή δύσκολα είναι τα πράγματα;

Είναι πολύ δύσκολα. Παρεμβαίνουν και καλά κάνουν γιατί δεν είναι άσχετοι, έχουν ανθρώπους στις θέσεις αυτές που γνωρίζουν πολύ καλά τη δουλειά τους. Είναι και πάρα πολλοί που δε τη γνωρίζουν, οι κατ’ ευφημισμό παραγωγοί, αρκετοί όμως ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν. Η εταιρεία έχει μια πολιτική, θέλει να έχει το κέρδος της και άρα δεν έχει και το ανοιχτό μυαλό να βγάλει καινούρια πράγματα. Δεδομένου ότι υπάρχει μια κρίση μεγάλη (δεν πουλάνε αυτά που πουλούσανε), όταν επενδύουνε πάνω σε κάποιον θέλουν να έχουν σίγουρο ότι θα βγάλουν κάποιο κέρδος. Υπάρχουν και οι εταιρείες οι μικρές βέβαια, οι οποίες οι πιο πολλές είναι για τον καλλιτέχνη κατά τη δική μου ορολογία οι «ακουμπαφόν». Δηλαδή ακουμπάς λεφτά, σου βγάζουν το δίσκο και δεν τον ξαναβλέπει ποτέ κανένας. Για μια σοβαρή εταιρεία που θα σε υποστηρίξει με δημόσιες σχέσεις, με ραδιόφωνο κλπ. είναι δύσκολα τα πράγματα γιατί δεν εισπράττουν τα αναμενόμενα κατά τη γνώμη τους, ούτως ώστε να επενδύσουν πάλι και στους γνωστούς καλλιτέχνες αλλά και σε νέα παιδιά.

Προσωπικά δεν μπορώ να τους κατακρίνω σαν επαγγελματίας, σαν ερασιτέχνης όμως, ναι, τους καταγγέλλω. Θα ήθελα να δώσουνε χώρο σε καινούρια ακούσματα, σε προσπάθειες καινούριες, αλλά δυστυχώς ίσως κι αυτοί δεν έχουν τη δυνατότητα αυτή τη στιγμή να το κάνουν. Και παράλληλα οι χώροι που παίζεται αυτή η μουσική για την οποία μιλάμε είναι το 10% όλων των άλλων χώρων που παίζουνε μπουζούκια ή ποπ και η εταιρεία λέει «που θα προβάλλω αυτή τη δουλειά;». Η Αθήνα έχει περιορισμένους χώρους γι’ αυτή τη μουσική, πόσο μάλλον πιο έξω.

Προβλέπονται συναυλίες για το καλοκαίρι;

Ναι, θα βγούμε σε συναυλίες με τον Γιάννη Γιοκαρίνη και τον Χριστόφορο Κροκίδη. Θα πάμε σε Πάτρα και σε άλλες πόλεις, για Αθήνα δεν ξέρω κάτι ακόμα σίγουρα. Το καλοκαίρι θα φύγει έτσι με μερικές συναυλίες. Δυστυχώς άργησε πολύ ο δίσκος να βγει για λόγους που δεν είναι της παρούσης κι έτσι ίσως το χειμώνα εμφανίζομαι και σε κάποιο μαγαζί, αν και το καθημερινό με κουράζει κάπως γιατί μοιάζει λίγο σαν να είσαι δημόσιος υπάλληλος. Προτιμώ να δείξω τη δουλειά μου μια μέρα εδώ και μια μέρα εκεί και να πάω και επαρχία που δεν πάει κανένας το χειμώνα και διψάει ο κόσμος να ακούσει.

Η συναυλία δεν με κουράζει ποτέ, τρελαίνομαι. Έχεις πολύ καλή επαφή με τον κόσμο. Το μαγαζί, να είναι ένα συγκεκριμένο και να είσαι εκεί Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο και κάθε βράδυ να λες τα ίδια, για ποιο λόγο; Για να βάλεις στη τσέπη σου λεφτά. Δεν είναι όμως ο σκοπός μου αυτός. Δεν είμαι επί σκηνής ο καλλιτέχνης που θα είναι πάνω και θα είναι οι άλλοι από κάτω και θα έχουν μια απόσταση, θα πάρω τα ευρώ απ’ τη τσέπη τους για να κάθονται να βλέπουν εμένα. Πρέπει να συμμετάσχουν, να γίνει ένα πάρε-δώσε, να τραγουδήσουν μαζί. Μ’ ενδιαφέρει αυτά που τραγουδάω και είναι η ψυχή μου να τα μοιραστώ με κάποιους και να φύγουν να τα πάρουνε σπίτι τους.

Και τελειώνοντας, υπάρχει κάτι που θα ήθελες να προσθέσεις;

Είμαι ένας άνθρωπος κοντά στα πενήντα μου, έχω συγκεντρώσει τα ακούσματά μου μέσα σ’ αυτό το δίσκο σ’ ένα μεγάλο ποσοστό και νομίζω και πιστεύω ότι η μουσική και ο στίχος δεν έχουν ηλικία. Αρκεί να τα αγαπάς και να μπορείς να τα υποστηρίξεις. Αυτό είναι καλό για όλα τα είδη μουσικής και μ’ αυτή την ευχή κλείνω, να τα υποστηρίζει τα τραγούδια ο κάθε καλλιτέχνης, να μην είναι ένα ξένο σώμα γι’ αυτόν και να μπορεί ο κόσμος να τα αγκαλιάσει και να τους δώσει την κατάλληλη προσοχή. Να τα πάρει δηλαδή σπίτι του, να μη τα ακούσει μόνο για να περάσει την ώρα του, να τα βάλει να τα ακούσει την ώρα που κλείνεται στο εαυτό του και να γίνουν κομμάτι του εαυτού του.

Φωτεινή Δράκου

Συνεντεύξεις
Συνεντευξη με τους Νανους
Συνεντευξη με την Εύη Κουρτίδου
Συνέντευξη Χρήστος Λαϊνάς
Συνέντευξη με τους ΙΜΑΜ ΒΑILDI
Συνέντευξη με το Θάνο Ανεστόπουλο
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ με τον Absent Without Leave
Interview with LALI PUNA
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ με τους Your Hand In Mine
Συνέντευξη με τη Σεραφίτα Γρηγοριάδου
Συνέντευξη με την Αμερικανο-Ολλανδέζα Signe Tollefsen